Καθηγητής Κ. Φελλάς:  «Ο σεβασμός επενεργεί ευεργετικά στη διαδικασία αποδοχής του θανάτου»

Παρέμβαση του Ανώτερου Αντιπρύτανη του Παν. Λευκωσίας σε συνέδριο με θέμα την ευθανασία

Με παρέμβασή του στο συνέδριο «Ευθανασία: Εξέταση ηθικών και νομικών διαστάσεων», ο Καθηγητής Κωνσταντίνος Ν. Φελλάς, Ανώτερος Αντιπρύτανης του Πανεπιστήμιου Λευκωσίας και Προέδρος της Εθνικής Επιτροπής Βιοηθικής Κύπρου, υπογράμμισε το ζήτημα του σεβασμού σε ό,τι αφορά τον θάνατο. «Ο σεβασμός επενεργεί ευεργετικά στη διαδικασία αποδοχής του θανάτου», τόνισε.

Στο επίκεντρο του συνεδρίου, που διοργάνωσαν ο Παγκύπριος Δικηγορικός Σύλλογος και η Εθνική Επιτροπή Βιοηθικής Κύπρου, τέθηκαν η ολοένα αυξανόμενη «ιατρικοποίηση» του θανάτου και οι τεχνολογικές και ιατρικές πρόοδοι. Πρόοδοι που, σύμφωνα με όσα λέχθηκαν, έχουν ενισχύσει την αντίληψη πως η επιστήμη μπορεί να κατανικήσει τον θάνατο, αυξάνοντας την υπερ-εξάρτηση από τις ιατρικές παρεμβάσεις, οι οποίες συχνά είναι επιθετικές. Όπως αναφέρθηκε, οι κοινωνίες σήμερα δίνουν προτεραιότητα στην αποφυγή του θανάτου, παρά στη μείωση της περιττής ταλαιπωρίας στο τελικό στάδιο της ζωής, με συνέπεια πάρα πολλοί άνθρωποι να πεθαίνουν σε όλο τον κόσμο με άσχημο τρόπο.

Κατά την παρέμβασή του, ο Καθηγητής Φελλάς, επισήμανε πως το πρόβλημα της ευθανασίας απασχολεί́ έντονα τη Βιοηθική, καθώς αναζητούνται επιτακτικά προτάσεις και διευκρινίσεις σε όσα καίρια ερωτήματα αναφύονται, όπως το δικαίωμα στον αξιοπρεπή θάνατο, το δικαίωμα άρνησης λήψης προτεινόμενης θεραπείας και τη δυνατότητα ή ηθικότητα μιας ιατρικής συνδρομής στην ευθανασία. «Μήπως η ευθανασία συνιστά έγκλημα; Έχει ηθική αξία η διάκριση ενεργητικής και παθητικής ευθανασίας; Ποια είναι η σχέση της ευθανασίας με το ιατρικό καθήκον;» αναρωτηθηκε.

Σύμφωνα με τον Καθηγητή, οι αρχές βιοηθικής που σχετίζονται με το ζήτημα της ευθανασίας είναι τέσσερις: Η αρχή της ωφελιμότητας, που στηρίζεται στην υποχρέωση των επαγγελματιών υγείας να λειτουργούν με γνώμονα το μέγιστο συμφέρον του ασθενή μεγιστοποιώντας το όφελος και ελαχιστοποιώντας τη βλάβη. (Όμως, σύμφωνα με τον Καθηγητή, το ουσιαστικό ερώτημα που τίθεται σε αυτές τις περιπτώσεις είναι κατά πόσο θεωρείται ωφέλιμο να αφεθεί ο ασθενής να ολοκληρώσει επώδυνα και αναξιοπρεπώς τον κύκλο της ζωής του ή να του παρασχεθεί βοήθεια να την τερματίσει αποφεύγοντας τον πόνο.) Η αρχή της μη βλάβης, που βασίζεται στη διασφάλιση ότι οι επαγγελματίες υγείας προβαίνουν σε δράσεις οι οποίες δεν προκαλούν βλάβη, είτε από αμέλεια, είτε από παράλειψη. Η αρχή της αυτονομίας, που καθορίζει ότι εναπόκειται στον κάθε ασθενή να επιλέξει ο ίδιος, ελεύθερα και με επίγνωση, κατά πόσο θα υποβληθεί σε μια ιατρική παρέμβαση. Και τέλος, η αρχή του δικαίου, που προϋποθέτει ότι όλοι οι πολίτες τυγχάνουν δίκαιης αντιμετώπισης. Με βάση αυτή την αρχή, μπορεί να προταθεί ότι δε συνιστά δίκαιη αντιμετώπιση, τόσο των ασθενών όσο και των οικείων τους, η άρνηση της παροχής της επιλογής της ευθανασίας εφόσον αυτή η άρνηση παρατείνει τον πόνο, την ταλαιπωρία καθώς και τη συναισθηματική βλαβη.

Παρά τη συνήθη αναφορά στον όρο «καλός θάνατος» (good death) στη συζήτηση περί ευθανασίας, ο ομιλητής εξέφρασε την προτίμησή του για τον όρο «σωστός θάνατος» (right death), ο οποίος βασίζεται σε δύο βασικές έννοιες: αυτές του Σεβασμού και της Αξιοπρέπειας. «Ο σεβασμός επενεργεί ευεργετικά στη διαδικασία αποδοχής του θανάτου. Ο ετοιμοθάνατος πρέπει να αισθάνεται ότι τυγχάνει σεβασμού, από τους γύρω του στο πέρασμά του από τη ζωή στον θάνατο. Η αξιοπρέπεια πηγάζει από την παροχή φροντίδας στον ετοιμοθάνατο, με τρόπο που στηρίζει την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, αντανακλώντας την αγάπη των παρόχων της φροντίδας, σημείωσε.

«Τα σημερινά συστήματα υγείας σε όλο τον κόσμο αποτυγχάνουν να παράσχουν τη δέουσα συμπονετική φροντίδα στους ανθρώπους που πεθαίνουν και στις οικογένειες τους. Πρέπει να γίνουν βήματα τουλάχιστον προς την ενθάρρυνση μιας ανακουφιστικής προσέγγισης από τους λειτουργούς υγείας στο πλαίσιο των υπηρεσιών υγείας, έτσι ώστε ο πόνος του κάθε ατόμου να αντιμετωπίζεται ικανοποιητικά, χωρίς διακρίσεις και – πέρα και πάνω από την ανακουφιστική φροντίδα – να επιδεικνύεται σεβασμός στα ανθρώπινα δικαιώματα, ιδίως στο δικαίωμα κάθε ατόμου να επιλέξει το μέρος και τις συνθήκες του τέλους της ζωής του», τόνισε.

O Καθηγητης Φελλας ολοκλήρωσε επισημαίνοντας πως το κράτος οφείλει να νομοθετήσει όλες εκείνες τις προϋποθέσεις που πρέπει να συντρέχουν για να διασφαλίζεται η προστασία των δικαιωμάτων των ασθενών που βρίσκονται στο τελικό στάδιο της ζωής τους. «Αυτό θα αποτελέσει ένα ισχυρό εργαλείο στη διάθεση του ασθενή, για να τον απαλλάξει από τον σωματικό πόνο, τη μοναξιά της καθήλωσης σε μια καρέκλα ή ένα κρεβάτι, της εξάρτησης από την καλοσύνη των άλλων, το αίσθημα ότι δεν είναι παρά ένα βάρος για τους γύρω του» κατέληξε.