14/7/18

Από τις αδικαίωτες θυσίες στο νέο υπόδειγμα της ελπίδας

42 χρόνια μετά το δίδυμο έγκλημα – πραξικόπημα και εισβολή – σε βάρος της Κύπρου η χώρα μας βρίσκεται σε πολύ δύσκολη θέση.  Ενώ τα αποτελέσματα της εισβολής και κατοχής εδραιώνονται, η Τουρκία δεν βρίσκεται στο εδώλιο του κατηγορούμενου για το συνεχιζόμενο έγκλημα εις βάρος της Κύπρου. Το χειρότερο είναι ότι εάν επιτευχθεί λύση στη βάση του κοινού ανακοινωθέντος Αναστασιάδη – Έρογλου είναι αμφίβολο κατά πόσον θα επέλθει βελτίωση της υφιστάμενης κατάστασης.  Στην πραγματικότητα ελλοχεύει ο κίνδυνος παραμερισμού της Κυπριακής Δημοκρατίας και η αντικατάστασή της από ένα κρατικό μόρφωμα στο οποίο δεν θα είναι δυνατό να λαμβάνεται οποιαδήποτε σημαντική απόφαση χωρίς την έγκριση της Τουρκίας.  Πέραν τούτου στο οικονομικό πεδίο είναι πολύ δύσκολο εάν όχι αδύνατο να λειτουργήσει ένα τρικέφαλο κράτος στα πλαίσια της Ευρωζώνης.  Δεν μπορούμε επίσης να παραγνωρίσουμε τα προβλήματα που θα πηγάζουν από τις διαδικασίες λήψης αποφάσεων ούτε να αγνοήσουμε τα προβλήματα νομιμοποίησης και τον δημογραφικό κίνδυνο.  Το ζητούμενο είναι αφ’ ενός ο εμβολιασμός της βάσης των διαπραγματεύσεων με ενοποιητικούς πυλώνες και αφ’ ετέρου η προσπάθεια σύζευξης ευρύτερων συμφερόντων με κυπριακές επιδιώξεις με τρόπο που έστω και εξελικτικά να οδηγήσουν στην αποκατάσταση της ενότητας της χώρας.

Η τουρκική πολιτική έναντι της Κύπρου είχε συνέπεια και συνέχεια: από την εισβολή στην κατοχή και από το εθνικό ξεκαθάρισμα στον εποικισμό.  Ταυτόχρονα εδώ και χρόνια η τουρκική πλευρά επιμένει στη θέση ότι στα πλαίσια λύσης η “defunct/εκλιπούσα” Κυπριακή Δημοκρατία θα παραμερισθεί και θα αντικατασταθεί από ένα νέο κρατικό μόρφωμα.  Και η επικύρωση θα λάβει χώρα μέσα από τα δημοψηφίσματα. Η Άγκυρα όλα αυτά τα χρόνια φρόντισε να νομιμοποιήσει την επεκτατική της πολιτική με ένα συγκεκριμένο αφήγημα το οποίο, μεταξύ άλλων, αναφέρει:

«η τουρκική ειρηνευτική επιχείρηση του 1974 έφερε την ειρήνη και τη σταθερότητα στην Κύπρο. Η λύση δεν έχει καταστεί εφικτή ακόμα εξ αιτίας του ελληνοκυπριακού μαξιμαλισμού.  Οι Ελληνοκύπριοι δεν ήθελαν να μοιρασθούν με τους Τουρκοκύπριους την εξουσία, τα οφέλη της συμμετοχή στην ΕΕ και τον πλούτο της χώρας – γι’ αυτό και η συντριπτική ψήφος εναντίον του Σχεδίου Ανάν.  Από την άλλη τόσο η Τουρκία όσο και η τουρκοκυπριακή κοινότητα υποστήριξαν το Σχέδιο Ανάν.  Και στη σημερινή συγκυρία η τουρκική πλευρά εξακολουθεί να είναι πάντοτε βήματα μπροστά από την ελληνοκυπριακή κοινότητα».

Δυστυχώς η Κυπριακή Δημοκρατία απώλεσε σε κάποιο βαθμό την ηθική της υπεροχή ενώ μέχρι και σήμερα δεν διαθέτει μια αφηγηματική επεξήγηση.  Και οι έριδες μεταξύ των Ελληνοκυπρίων έχουν ενταθεί.  Η ελληνοκυπριακή κοινωνία είναι σήμερα βαθειά διηρημένη όχι μόνο εξαιτίας των διαφορετικών πολιτικών και ιδεολογικών διαφορών: αυξανόμενη ανισότητα, η ατιμωρησία, οι αυθαίρετες συμπεριφορές και η ανοχή τους σε πολλές εκφάνσεις του δημόσιου βίου, η ευνοιοκρατία και η διαπλοκή επιβαρύνουν την περιρρέουσα ατμόσφαιρα.  Επιπρόσθετα δεν υπάρχει αξιοπιστία και εμπιστοσύνη στο κράτος ενώ παράλληλα υφίσταται μια απαξίωση καθώς και μια βαθειά αξιακή και θεσμική κρίση.  Υπογραμμίζεται επίσης ότι η συνεχιζόμενη πολιτική, οικονομική και κοινωνική κρίση σε συνδυασμό με τα τεκταινόμενα στο περιφερειακό και ευρύτερο διεθνές περιβάλλον δημιουργούν σοβαρές δυσκολίες και επιπλοκές.

Πέρα από τα οφειλόμενα μνημόσυνα των αδικαίωτων νεκρών θα πρέπει να αντιμετωπίσουμε αποφασιστικά και αποτελεσματικά τα προβλήματα και τις ποικιλόμορφες προκλήσεις. Για να επιβιώσει η Κυπριακή Δημοκρατία και να εξακολουθήσει ο Κυπριακός Ελληνισμός να έχει πρωταγωνιστική παρουσία στη Μεγαλόνησο είναι σημαντικό να γυρίσουμε σελίδα άπαξ δια παντός.  Η Κύπρος χρειάζεται πυξίδα, όραμα, κοινωνικό συμβόλαιο καθώς και ένα νέο υπόδειγμα.  Προς αυτή την κατεύθυνση απαιτείται ριζική ανανέωση του πολιτικού βίου σε όλα τα επίπεδα – πρόσωπα, ιδέες, νοοτροπίες – εντιμότητα, διαφάνεια, ορθολογισμός, επιστράτευση της γνώσης, συναισθηματική νοημοσύνη και ψυχικό σθένος.  Είναι επίσης σημαντικό η εξουσία να θεωρείται ως διακονία και όχι ως λάφυρο ή/και έπαθλο.  Προφανώς η επίτευξη των υψηλών αυτών στόχων απαιτεί συλλογικότητα, αλληλοσεβασμό και σκληρή δουλειά.  Παρά τις μεγάλες δυσκολίες ένας ευρύτερος συνασπισμός πατριωτικών δυνάμεων μπορεί να προωθήσει την αναγκαία αυτή αλλαγή για την ολοκλήρωση της κυπριακής ανεξαρτησίας και για εθνική επιβίωση.